Πέμπτη 18 Μαρτίου 2021

Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΓΕΥΜΑΤΟΣ ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

 Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΓΕΥΜΑΤΟΣ ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. Στη παλιά εποχή το κυριακάτικο τραπέζι, με παρούσα όλη την οικογένεια  έμοιαζε με απαράβατη παράδοση. Δικαιολογίες για απουσίες δεν γίνονταν δεκτές, έπρεπε όλοι να ήταν εκεί την προκαθορισμένη ώρα- γύρω στις δώδεκα, ώστε κατά τη μία να φάνε, καθώς οι μεγαλύτεροι ( οι γιαγιάδες και οι παππούδες ) έτρωγαν νωρίς. Η ιεροτελεστία του φαγητού ήταν παράδοση και συνάμα υποχρέωση. Το να βρίσκεται όλη η οικογένεια γύρω από το τραπέζι την ώρα του φαγητού, ήταν μια διαδικασία <<ιερή>> για τους οικογενειακούς δεσμούς αλλά και για τον πολύτιμο χρόνο που περνούσαν τα μέλη μεταξύ τους. Κάθε μεσημέρι Κυριακής, το σπίτι ευωδίαζε  με ωραίες μυρωδιές και χρώματα από τη μαγειρική τέχνη της μητέρας. Το τραπέζι ήταν πάντα στρωμένο, με το επίσημο τραπεζομάντηλο, τα κατάλληλα πιάτα, τα πιρούνια, τα ποτήρια και  τα μέλη της οικογένειας, συγγενείς και φίλους να κάθονται στη θέση τους. Η μητέρα σέρβιρε το φαγητό ( συνήθως κρέας) και τότε όλα άλλαζαν, το τραπέζι μετατρέπονταν σε ένα χώρο επαφής και η ιεροτελεστία του φαγητού ξεκινούσε. Ήταν η στιγμή που το οικογενειακό γεύμα επιδρούσε ευεργετικά στη σωματική και ψυχική υγεία, μείωνε τις εντάσεις και οδηγούσε τα προβλήματα σε λύση μέσω του διαλόγου. Παράλληλα με το γεύμα ξεκινούσε και η κουβέντα, αν ήταν νόστιμο, καλά ψημένο, αν είχε ωραία γεύση το φαγητό. Μετά περνούσαν στην πολιτική επικαιρότητα, στις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν, στα νέα της οικογένειας και τέλος έλεγαν ιστορίες από το παρελθόν. Ειδικά για τα μικρά παιδιά ήταν ένα καλό σχολείο, γνώριζαν από νωρίς στη ζωή τους πως το καλύτερο γεύμα είναι εκείνο που  έτρωγαν όλοι μαζί.  Εκτός από το ποιοτικό, υγιεινό φαγητό, τα παιδιά ήταν  χαρούμενα, γιατί αισθάνονταν ότι οι γονείς ήταν πολύ κοντά τους, συζητούσαν για τα προβλήματα τους και έχτιζαν καλύτερες σχέσεις μεταξύ τους. Τα παιδιά μάθαιναν, άκουγαν πως λύνονταν τα προβλήματα από τους γονείς, πως σκέφτονταν οι μεγαλύτεροι, να σέβονται τους άλλους και να μοιράζονται  το φαγητό τους. Επίσης οι γονείς παρουσίαζαν λιγότερη ένταση και κακή διάθεση, αφού τα γεύματα πρόσφεραν χρόνο για επαφή ανάμεσα στα μέλη και βοηθούσε να νιώσουν τα μέλη ότι ανήκουν σε μια ομάδα όπως είναι η οικογένεια. Το σημαντικό ήταν πως συμφωνούσαν όλοι, ότι τους άρεσε να τρώνε όλοι μαζί, γιατί η στιγμή του φαγητού εκτός από ιερή, ήταν ώρα για διάλογο, διασκέδαση και βαθιά επικοινωνία. Η κυριακάτικη αυτή σύναξη ήταν μια γιορτή, ήταν τρόπος ζωής και όλοι ανυπομονούσαν γι’ αυτό. Υπήρχαν βέβαια κάποιοι κανόνες θεσπισμένοι από τους παλιότερους. Το οικογενειακό γεύμα μας διδάσκει, ότι το να είναι κανείς μέλος μιας οικογένειας εμπεριέχει ορισμένες συλλογικές αξίες εκτός από ατομικές ιδιοτροπίες. Μέσα από αυτή την εκπαίδευση η οικογένεια αναπτύσσει την ταυτότητα της, την κουλτούρα της, τους δικούς της τρόπους επικοινωνίας, συζήτησης και αξίες. Μήπως πρέπει να σκεφτούμε πως το κλισέ << η ζωή κάνει κύκλους >> είναι πέρα για πέρα αληθινό. Μήπως ήρθε η ώρα να το αναβιώσουμε με σωστές βάσεις, κανόνες και όρους. Μήπως είναι η αφορμή για σύσφιξη των σχέσεων της οικογένειας, για λιγότερο άγχος λόγω της καθημερινότητας, αφιερωμένο στους αγαπημένους μας, δημιουργώντας έτσι τη δική μας παράδοση.





















ΑΠΟΚΡΙΑΤΙΚΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΣΤΗΝ ΟΣΣΑ

 

                        























     ΑΠΟΚΡΙΑΤΙΚΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΣΤΗΝ ΟΣΣΑ. Οι Απόκριες ήταν για το χωριό μια περίοδος ευθυμίας και διασκέδασης. Πριν μπει η μεγάλη Σαρακοστή ,όπου οι κάτοικοι θα ξεκινούσαν νηστεία όλοι αισθάνονταν την ανάγκη να διασκεδάσουν, να εκφραστούν, να κάνουν κάθε είδος τρέλας. Κάποια από τα έθιμα αναβιώνουν και διατηρούνται στο χωριό έως και σήμερα όπως, οι μεταμφιέσεις, η φωτιά, το γαιτανάκι, ο χαρταετός. Έθιμα που διακωμωδούν, παραδόσεις που συνδέονται με ιστορικές μνήμες της τοπικής κοινωνίας, δρώμενα που ανακαλούν στη μνήμη στιγμές από το παρελθόν. Ο τόπος μας και οι άνθρωποι του, με το δικό τους τρόπο, οργάνωναν και συμμετείχαν σε ενέργειες (έθιμα), που είχαν τις ρίζες τους στο παρελθόν, αλλά πάντοτε με τον ίδιο στόχο, να δώσουν την ευκαιρία σε όλους να νιώσουν καλύτερα να μοιραστούν τη χαρά, να ξεχάσουν, να ονειρευτούν, να  γλεντήσουν, να βιώσουν συναισθήματα, της ξενοιασιάς και της ανεμελιάς.  Είχαν χρέος να διατηρήσουν και να συνεχίσουν μια  παράδοση που περνούσε από γενιά σε γενιά. Τα έθιμα και τα δρώμενα  της Αποκριάς του χωριού μας, ξεκινούσαν από την εβδομάδα της κρεατοφαγούς, όπου οι κάτοικοι σταματούσαν να τρώνε κρέας και όλη την επόμενη εβδομάδα έτρωγαν πίτες (γαλατόπιτα, σαρμόπιτα, τυρόπιτα, κλωστή, σπανακόπιτα).Την εβδομάδα της Τυρινής που είναι η τελευταία, ομάδες μασκοφόρων κάθε ηλικίας, ντυμένοι με παλιά ρούχα και κρατώντας κουδούνες, κυκλοφορούσαν, γλεντούσαν στους δρόμους και γύριζαν όλα τα σπίτια του χωριού. Η πανδαισία ήχων, θορύβων και φωνών ήταν τέτοιας έντασης, που στην κυριολεξία σήκωναν όλο το χωριό στο πόδι. Οι νοικοκυρές τους κερνούσαν λουκούμια και κρασί. Στον ιδιότυπο αυτό θίασο οι ρόλοι του παπά, της τσιγκάνας, των συμπεθέρων, της νύφης, του χωροφύλακα, του γιατρού του ζητιάνου και άλλων έδιναν παρόν εκείνες τις στιγμές. Της Τυρινής οι νεότεροι πήγαιναν στους μεγαλύτερους για <<Χρόνια Πολλά>> και για να ζητήσουν συγχώρεση, ώστε να ξεκινήσουν νηστεία. Το βράδυ της Κυριακής κάθε γειτονιά άναβε τη δικιά της φωτιά, <<Μπουμπούνα>>.  Στο κέντρο έβαζαν ένα μεγάλο ξύλο και γύρω-γύρω έχτιζαν τη φωτιά με πουρνάρια, αγριελιές, κέδρα από το γειτονικό βουνό. Πίστευαν πως σε όποια πλευρά έπεφτε το κεντρικό ξύλο, σ" εκείνη κάτι κακό θα συνέβαινε. Για τα παιδιά η προετοιμασία της <<Μπουμπούνας>> ήταν αιτία για κόντρες θυμούς και μαλώματα για το ποιος θα έχει την μεγαλύτερη. Στην φωτιά συγκεντρώνονταν όλοι οι κάτοικοι και γύρω της χόρευαν και τραγουδούσαν. <<Στις μεγάλες Αποκριές αποκρεύουν το τυρί κι αρχινά το μπουρανί και την Καθαρά Δευτέρα παίρνουν τα μυαλά αέρα>>. Όταν έπεφτε η φλόγα, οι νέοι πηδούσαν πάνω από την φωτιά τρεις φορές για να φύγει το κακό. Στο τέλος όλη η οικογένεια συγκεντρωνόταν στο σπίτι των παππούδων κι έκανε τη <<χάσκα>>. Αυτή ήταν ένα κομμάτι σκληρού σουσαμένιου χαλβά το οποίο το έδεναν με μια κλωστή από έναν πλάστη και στην συνέχεια το βουτούσαν στο γιαούρτι. Ο μεγαλύτερος της οικογένειας έπαιρνε τον πλάστη και κουνούσε τη <<χάσκα>> πέρα δώθε. Οι υπόλοιποι προσπαθούσαν να την πιάσουν μόνο με το στόμα τους. φυσικά αυτό δεν ήταν εύκολο κι έτσι γέμιζαν γιαούρτι προκαλώντας μεγάλο γέλιο σ" όλη την οικογένεια. Επίσης στα καφενεία μια παραδοσιακή ορχήστρα περίμενε για ένα μεγάλο γλέντι. Την Κ. Δευτέρα οι γονείς μετά παιδιά μετέβαιναν στο λιβάδι η σε κάποιο από τους λόφους της περιοχής για το πέταγμα του χαρταετού. Εν τέλει οι Απόκριες είναι μια μεγάλη γιορτή που συνδέει τους ανθρώπους, με σκοπό την συμμετοχή όλων και προσφέρει την ευκαιρία για ψυχαγωγία, διέξοδο από την πεζή και ίσως σκληρή, πραγματικότητα.

Η ΓΕΦΥΡΑ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΕ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

 











Η ΓΕΦΥΡΑ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΕ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ. Ο Ισαάκ Νεύτων είπε: Χτίζουμε πολλούς τοίχους αλλά όχι αρκετές γέφυρες. Ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα που απασχολούσαν τότε το χωριό, ήταν η ασφαλής διέλευση των κατοίκων και μεταφορικών μέσων τους, μέσα από τον χείμαρρο <<Μπαρτσιά>>. Ένα πάγιο αίτημα των κατοίκων για πάρα πολλά χρόνια, που στην πράξη δεν κατάφερναν να το υλοποιήσουν για διάφορους λόγους. Το όραμα για την δημιουργία της γέφυρας που θα ενώνει τα δύο χωριά γίνεται πράξη το 1983. Η Γέφυρα κατασκευάστηκε σε συνεργασία της Νομαρχίας Λάρισας και του Τοπικού Συμβουλίου Όσσας με Πρόεδρο τον κ. Βασίλη Γιάννακα. Το μεγάλο αυτό έργο συμπλήρωσε 36 χρόνια λειτουργίας και θεωρείται δικαίως ως μια από τις σημαντικότερες κατασκευές που υλοποιήθηκαν μέσα στον 20ο αιώνα. Ένα έργο πνοής τόσο σημαντικό για τον τόπο. Η σημασία της μεγάλη γιατί ένωσε δύο χωριά, ανθρώπους και ανέπτυξε παντός είδους σχέσεις ( οικονομικές, εμπορικές, κοινωνικές ). Μέχρι το 1983 η διέλευση γινόταν μέσα από την κοίτη, στην αρχή με ζώα, τα κάρα και αργότερα τα τρακτέρ. Οι δε πεζοί περνούσαν από μια απλή αυτοσχέδια ξύλινη ράμπα. Η κατασκευή της συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη της περιοχής.